Ημέρες του 2021 ζει η κυβέρνηση, σε ένα déjà vu που οι πάντες ήλπιζαν ότι δεν θα ξαναπερνούσε η Αττική, αλλά και συνολικά η χώρα. Η μεγάλη πυρκαγιά που κατέκαψε περισσότερα από 100.000 στρέμματα, τύλιξε στις φλόγες και κάθε κυβερνητικό αφήγημα περί προετοιμασίας και οργάνωσης για το φετινό καλοκαίρι και, πλέον, δημιουργεί, εκτός από τα αντικειμενικά προβλήματα – αποζημιώσεις, καταστροφή του περιβάλλοντος, έργα υποδομών κ.λπ. –, και μείζονα πολιτικά προβλήματα, σε μια περίοδο που η κυβέρνηση… δεν είναι και στα καλύτερά της.
Στην πραγματικότητα η ζημιά σε πολιτικό επίπεδο που προκαλεί η φωτιά στη βορειοανατολική Αττική – πέραν από το να χαρακτηριστεί μεγάλη – ακόμα δεν μπορεί καν να υπολογιστεί, καθώς επηρεάζει σχεδόν όλες τις πτυχές της κυβερνητικής πολιτικής, από το ζήτημα της ασφάλειας των πολιτών μέχρι τον τρόπο λειτουργίας της κυβέρνησης, το διαβόητο «επιτελικό κράτος», αν και για το τελευταίο πρέπει να σημειωθεί ότι οι αναφορές στο θέμα από τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη έχουν γίνει πολύ σπάνιες κατά τον τελευταίο χρόνο.
Παρότι ακόμα η κυβέρνηση μοιάζει να… αναζητά το αφήγημά της για τη νέα καταστροφή, σύμφωνα με πληροφορίες ο προβληματισμός είναι πολύ μεγάλος, καθώς, όπως φαίνεται και από τον πρώτο απολογισμό της φωτιάς, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα σε όλα τα επίπεδα και η νέα κρίση έρχεται να προστεθεί σε ένα ήδη βεβαρημένο πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον. Μάλιστα, αυτό που επισημαίνεται είναι ότι – εξαιρώντας τις καιρικές συνθήκες, οι οποίες, όμως, είναι λίγο έως πολύ αναμενόμενες αυτή την εποχή – η συγκεκριμένη κρίση αφορά αποκλειστικά την κυβέρνηση και δεν μπορεί να αποδοθεί σε εξωγενείς παράγοντες.
Αφήνοντας στην άκρη κάποια διαδικτυακά τρολ, που ανέφεραν ότι η χώρα δέχεται… επίθεση, ο προβληματισμός στην κυβέρνηση για τις συνθήκες που προκαλεί η καταστροφική πυρκαγιά είναι μεγάλος, καθώς οι φλόγες της έκαψαν τρία από τα βασικά αφηγήματά της που αφορούσαν άμεσα τομείς που η ίδια έχει θέσει στο επίκεντρο ή εν πάση περιπτώσει κοντά στον πυρήνα των πολιτικών της: την ασφάλεια, την οικονομία και τη μεταρρύθμιση του κράτους και του τρόπου με τον οποίο αυτό λειτουργεί. Ας τα δούμε πιο συγκεκριμένα.
Φωτιά στα… μπατζάκια μας
Η φωτιά στην Αττική έδειξε ότι ο αρμόδιος μηχανισμός δεν μπορεί να αποτρέψει σημαντικές καταστροφές ακόμα και εντός του αστικού ιστού: για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια υπήρξαν εκκενώσεις περιοχών όπως η Παλιά και η Νέα Πεντέλη, το Πάτημα Χαλανδρίου και το Πάτημα Βριλησσίων, περιοχές που βρίσκονται καταφανώς εντός του αστικού ιστού.
Η αποτυχία να σταματήσει η φωτιά σε ασφαλή απόσταση, τα καμένα σπίτια, αυτοκίνητα, επιχειρήσεις, η νεκρή άτυχη γυναίκα σε βιοτεχνία, όλα αποτυπώνουν μια σοβαρή αδυναμία του μηχανισμού να προστατεύσει ακόμα και αστικές και περιαστικές περιοχές.
Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο δύσκολα αν αναλογιστεί κάποιος ότι όλα αυτά έρχονται τρία χρόνια μετά τη δημιουργία του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, αποστολή του οποίου ήταν να καταφέρει να ενώσει κάτω από μια «ομπρέλα» πολλές και ενίοτε πολυδιασπασμένες υπηρεσίες, να επιτύχει καλύτερο συντονισμό και να μπορέσει να απαντά πιο αποτελεσματικά στους κινδύνους που προκαλούν οι φωτιές, τα χιόνια, οι πλημμύρες – όλα, τέλος πάντων, τα φαινόμενα που αποκαλούνται «ακραία» και που προκαλούν μείζονα προβλήματα, ιδίως δε όταν εκδηλώνονται εντός αστικού περιβάλλοντος.
Παρότι φέτος τα αντανακλαστικά που έδειξε το υπουργείο ήταν καλύτερα από άλλες χρονιές και αποτράπηκαν πολλές δυσάρεστες καταστάσεις, η εξέλιξη της φωτιάς στην Αττική κατέκαψε τα πάντα και τώρα η κυβέρνηση καλείται να δώσει πειστικές απαντήσεις σε κρίσιμα ερωτήματα, όπως για παράδειγμα, στις καταγγελίες για ελλείψεις σε μέσα πυρόσβεσης, αλλά και σε προσωπικό, σε ζητήματα σχεδιασμού, σε ό,τι, τέλος πάντων, μπορεί να θεωρηθεί ότι οδήγησε στη σημερινή κατάσταση, η οποία, προφανώς, πλήττει σοβαρά το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών που είδαν τις φλόγες να μπαίνουν σε πόλεις.
Οικονομικές συνέπειες
Σε δεύτερο, αλλά εξίσου σοβαρό επίπεδο, η φωτιά δημιουργεί νέες πιέσεις στα δημόσια οικονομικά, αλλά και συνολικά στην οικονομία της χώρας:
● γεωργικές και κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις και επιχειρήσεις έγιναν στάχτη,
● σημαντικό μέρος της αγροτικής παραγωγής της περιοχής υπέστη μεγάλη ζημιά,
● σπίτια και αυτοκίνητα κάηκαν,
● το φυσικό περιβάλλον υποβαθμίστηκε δραματικά,
● προκαλούνται νέες ανάγκες για έργα υποδομής (π.χ. για την αντιμετώπιση πλημμυρικών φαινομένων)
και όλα αυτά απαιτούν χρήματα, τόσο από τον δημόσιο όσο και από τον ευρωπαϊκό κορβανά, τα οποία θα πρέπει να βρεθούν άμεσα και να διοχετευθούν στους δικαιούχους με μεγάλη ταχύτητα.
Την ίδια στιγμή, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης βάζει τις τελευταίες πινελιές στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2025-2028, δηλαδή την προσαρμοσμένη στους νέους κανόνες της Ε.Ε. δημοσιονομική πολιτική, η οποία προβλέπει αύξηση των δαπανών μόλις στο 3% επί της χρονιάς αναφοράς, δηλαδή οι δαπάνες του 2025 θα μπορούν να είναι μόλις 3% υψηλότερες από τις δαπάνες του 2024. Και, βέβαια, ετοιμάζεται και ο προϋπολογισμός του 2025, του οποίου το προσχέδιο θα πρέπει να κατατεθεί σύντομα στην Κομισιόν για… ξεψάχνισμα.
Αν στα παραπάνω προστεθούν και τα κονδύλια που έχουν δεσμευτεί για την αποκατάσταση των ζημιών στη Θεσσαλία λόγω των καταστροφών που προκάλεσαν οι κακοκαιρίες Daniel και Elias, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι δημιουργείται μια… οικονομική στενότητα, την οποία η κυβέρνηση καλείται να αντιμετωπίσει, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού της και την επιπλέον δυσαρέσκεια που η φωτιά προκαλεί στους πολίτες.
Μια δυσαρέσκεια που ήδη εκφράστηκε στην κάλπη των ευρωεκλογών, όταν και η Ν.Δ. υπέστη κατά το κοινώς λεγόμενο «στραπάτσο» χάνοντας 13 εκατοστιαίες μονάδες μέσα σε διάστημα ενός χρόνου. Με την ακρίβεια, μάλιστα, να συνεχίζει να καλπάζει (το ρεύμα αναμένεται να προκαλέσει… ηλεκτροσόκ στους καταναλωτές και τον Σεπτέμβριο), γίνεται εμφανές ότι τα πράγματα είναι… ζόρικα.
Επιτελικά προβλήματα
Σε τρίτο επίπεδο, ωστόσο, η αποτυχία της κυβέρνησης στη φωτιά της Αττικής μοιάζει να θέτει οριστικά και αμετάκλητα στο περιθώριο το λεγόμενο «επιτελικό κράτος», ήτοι έναν τρόπο λειτουργίας της κυβέρνησης που ο ίδιος ο Μητσοτάκης είχε διαφημίσει πολύ στο παρελθόν, αν και τον τελευταίο χρόνο δεν φαίνεται να αναφέρεται και πολύ σε αυτόν.
Έστω κι αν ουδείς είναι απόλυτα σίγουρος για το… τι είναι και τι κάνει το «επιτελικό κράτος», το βέβαιο είναι ότι το μοντέλο αυτό διακυβέρνησης της χώρας μοιάζει να μπαίνει στο… χρονοντούλαπο της ιστορίας και η κυβέρνηση να καλείται να βρει ένα νέο, πιο πειστικό αφήγημα.
Ταυτόχρονα, όμως, η φωτιά στην Αττική προκαλεί για άλλη μια φορά μείζον πλήγμα στην εικόνα της «αποτελεσματικής» κυβέρνησης που είχε καλλιεργηθεί επί μακρόν – έστω κι αν η εικόνα αυτή είχε «θολώσει» από κάτι χιόνια που έπεσαν μέρα ή κάποιες φωτιές που έκαιγαν ανεξέλεγκτες για πολλές ημέρες.
Η εισβολή της φωτιάς στον αστικό ιστό, η άρνηση των κατοίκων πολλών περιοχών να εκκενώσουν (όπως τους καλούσε να κάνουν το 112) και η παραμονή τους σε «καυτά» σημεία, για να σώσουν σπίτια και περιουσίες, η αίσθηση ότι τα σχέδια της πυροσβεστικής για ανακοπή της φωτιάς κατέρρεαν ώρα με την ώρα, οι καταγγελίες για απουσία μέσων πυρόσβεσης, όλα αυτά δημιούργησαν μια εντύπωση ότι ο κεντρικός μηχανισμός δυσκολευόταν πολύ να ανταποκριθεί.
Προφανώς, υπάρχουν δικαιολογίες για την κατάσταση που δημιουργήθηκε: ισχυροί άνεμοι, δύσκολο ανάγλυφο, ιδιαίτερες συνθήκες στις προσπάθειες κατάσβεσης (ιδίως όταν οι φλόγες μπήκαν σε αστικές περιοχές). Και προφανώς η κυβέρνηση μπορεί να πει ότι είχε προειδοποιήσει – διά στόματος του αρμοδίου υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας Βασίλη Κικίλια – ότι το φετινό καλοκαίρι θα είναι «δύσκολο».
Ωστόσο εκ του αποτελέσματος καθίσταται σαφές ότι ο Μητσοτάκης και το επιτελείο του θα πρέπει να επανεξετάσουν συνολικά το ζήτημα της πολιτικής προστασίας ή εν πάση περιπτώσει να επιδιώξουν να επιταχυνθούν τα έργα και οι προγραμματισμένες προμήθειες, όπως και η ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού, αν θέλουν όντως να πείσουν ότι το πάθημα έγινε μάθημα.
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με άλλες φορές, η αντιπολίτευση κράτησε σχετικά χαμηλούς τόνους στην κριτική της για τη διαχείριση της μεγάλης φωτιάς στην Αττική, προφανώς περιμένοντας να υπάρξει έλεγχος της πυρκαγιάς και μια πρώτη αποτύπωση του μεγέθους της καταστροφής που προκλήθηκε.
Ωστόσο στην κυβέρνηση γνωρίζουν ότι το… φύλλο θα αλλάξει σύντομα και ότι τα περιθώρια για μισόλογα, μεταθέσεις ευθυνών και συμψηφισμούς δεν υπάρχουν. Η Ν.Δ. κυβερνά αυτοδύναμη ήδη για πέντε χρόνια και εφαρμόζει την πολιτική της σχεδόν άνευ αντιπάλου κατά το διάστημα αυτό. Ως εκ τούτου οι δυνατότητες να αποκρουστεί η όποια κριτική με οτιδήποτε εκτός από δεδομένα είναι, για να το πούμε ευγενικά, πολύ περιορισμένες.